powered by Agones.gr - opap
forum manteio

Σάββατο 12 Μαρτίου 2016

Με την Τζουμερκιώτικη λαλιά. «Μασκαράδες και μασκαρευόμενοι»


C:\Users\xristos\Pictures\41.png
 
Γράφει ο Κίτσος ο Αθαμάνας

Εκείνα  τα χειμωνιάτικα απογεύματα, που τα βήματα της μνήμης ακολουθούν και με φτάνουν κοντά στα παλιά μου «παιδικά λημέρια»… Μαζί με όλη την τότε ζωή που στριφογυρνά ασταμάτητα και καθορίζει το Είναι μου ως ηπειρώτης και μάλιστα Τζουμερκιώτης.
Νοσταλγία και βουβός, αλλ’ ασίγαστος πόθος, δεμένα μ’ ένα απροσμέτρητο σε βάθος συναισθηματικό εθιμικό αποθησαύρισμα, αναμοχλεύουν στο νου και στην ψυχή μας, με κάποιο απαλό κι ολόγλυκο αναπλαστικό σκίρτημα, ημέρες, ώρες, εικόνες, αναμνήσεις από την αλλοτινή παραδοσιακή γιορταστική ζωή στα Τζουμέρκα  κατά τις Αποκριές της Μεγάλης Σαρακοστής.

C:\Users\xristos\Pictures\ΑΓΝΑΝΤΑ7.png

Αναζητάμε τέτοιες μέρες με ανύσταχτη προσδοκία την παλιά χαρά, που ξαλαφρώνει την καρδιά, καθώς κυλάει βιαστική και φευγαλέα μαζί με την
τρεχάτη ζωή μας στην ασάλευτη και ατάραχη κοίτη του χρόνου. Έτσι η δίμορφη θεά των αρχαίων Ελλήνων η ωραία «Μνημοσύνη», ή ξανθή «Αρμονία» μπαίνει στον λαβύρινθο του χρόνου κι ελευθερώνει απ’ το παραδοσιακό σεντούκι της την ταπεινή κι ολόκαρδη χαρά, για να πετάξει πάνω απ’ την πικρή καθημερινότητά μας.
Τη χαρά της Αποκριάς. Με την φτωχική, απλοϊκή, όμως τόσο γραφική αχαμνοσύνη της ασουλούπωτης μεταμφίεσης, τα μαντιλομπουμπουλώματα μικρών και μεγάλων, με τα χοντροκομμένα, αλλά έκαναν, αστεία και πειράγματα. Με τις παρέες των προσωπιδοφόρων και τα έξυπνα λογοπαίγνια και καμώματα στους δρόμους. Με τα ευτράπελα και σκωπτικά τραγούδια των μασκαράδων στις γειτονιές και τα κρασονυχτικά χωρατά και χαροκόπια. Οι ολάνοιχτες πόρτες των σπιτιών βροντούσαν κι έτρεμαν απ’ τα χτυπήματα των μασκαρεμένων επισκεπτών ως αργά το βράδυ κι ήταν όλοι καλόκαρδοι, καλοπροαίρετοι, καλοδεχούμενοι.

C:\Users\xristos\Pictures\271.png

Οι νοικοκυρές, για το καλό του σπιτιού, πρόθυμα πρόσφεραν στους μασκαρεμένους κρασί, κρεατόπιτα ή τυρόπιτα ή γαλατόπιτα, από παχύ γάλα όψιμης γέννας ζωντανών τους, την «κλαστρόπιτα» και ακολουθούσαν χοροί, πηδήματα, σπαρταριστά αποκριάτικα παιγνιδίσματα, γανώματα, πειράγματα, γέλια. Μετά το τελετουργικό τους αποκαλύπτονταν, αντάλλαζαν θερμές ευχές και έφευγαν για άλλη επίσκεψη, άλλο ξεφάντωμα, φαγοπότι και Διονυσιακό μασκαρομεθύσι. Και πάνω στο μεθύσι και στις αποκριάτικες πατσιαβέλες άκουγες κάπου κάπου και καμιά αλήθεια, πολλές σοφίες και πλείστες ρουμποστίνες. Απόκριες ήταν. Μασκαράδες ήμασταν. Το επέτρεπε η περίσταση.  
Αυτά τότε. Σήμερα, έχω την εντύπωση πως καθημερινά λειτουργούμε μασκαρεμένοι. Το πρόσωπο το χάσαμε. Κρυβόμαστε πίσω από το προσωπείο. Έτσι μας βολεύει. Είναι κι αυτό «μια κάποια λύσις». Αλειβόμαστε και με τη λούμπρ’ και γινόμαστε αληθινοί μασκαράδες. Σιαταναρέοι… Προσωπείο από τομάρ, λυκοτόμαρο και αλ’πουτόμαρο. «Επαναστάτες», « αγωνιστές», «δημοκράτες», αλλά Σύμβουλοι  και συμβουλάτορες. Δεν συμβουλεύουμε, δεν μπορούμε άλλωστε, αλλά «σκρούμπ’ κι αγριορίγαν’», εμείς το δικό μας να γίν’ κι ας γίνουν όλα λαμπόγυαλο.
Σε καθημερινή βάση φοράμε το προσωπείο μας. Από το πώς χαιρετάμε το γείτονά μας, μέχρι πώς «θρηνολογούμε» για τους πρόσφυγες και τα παιδάκια. Κι από κει και πέρα «ας ψοφήσει και η κατσίκα του γείτονα». Στα πρωινάδικα, κατακρίκελα το μεσημέρι, απόγιομα και το βράδυ όλοι και όλες «θρηνούν, οιμώττουν αλλά και ρακομανούν» για το δράμα της προσφυγιάς και τους ταλαίπωρους πρόσφυγες, επικροτώντας -συνειδητά ή ασύνειδα- πολιτικές και πρακτικές που δημιουργούν τέτοιες καταστάσεις.
Ένοχος είναι ο άλλος, ο ξένος, ο μελαμψός, ο φτωχοδιάβολος, που «κατέλαβε παράνομα την πλατεία Βικτωρίας» και ως εκ τούτου τον δίνουμε βορρά στα αρπακτικά τρωκτικά του φασισμού. Κατά τα άλλα «εσείς φταίτε γιατί δεν είχατε προβλέψει και δεν είχατε απορροφήσει τα ευρωπαϊκά κονδύλια για να κάνετε τις κατάλληλες υποδομές κ.τ.λ., κ.τ.λ..».

C:\Users\xristos\Pictures\150.png

Λέω πως καλό θα ήταν, μέρες πούναι, να βγάλουμε την προβατοπροβιά μας, το προσωπείο μας, να καθαρίσουμε τη λούμπρ’ με την οποία κάθε μέρα αλειβόμαστε και να «γίνουμε» αληθινοί, ατόφιοι και αγνοί.
Να αποκαλύψουμε τον πραγματικό μας εαυτό, ξεμπλέτσωτο και τσίτσιδο. Έστω για μια μέρα. Καλό θα είναι. Έτσι για να μάθουμε πως «Κι ἂν ἔρθει κάποτε ἡ στιγμὴ νὰ χωριστοῦμε, ἀγάπη μου,/μὴ χάσεις τὸ θάρρος σου./Ἡ πιὸ μεγάλη ἀρετὴ τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι νὰ ᾿χει καρδιά./Μὰ ἡ πιὸ μεγάλη ἀκόμα, εἶναι ὅταν χρειάζεται/νὰ παραμερίσει τὴν καρδιά του.» Τάσος Λειβαδίτης
Η καρδιά και η π’σχούλα του καθενός το ξέρ’… «Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος…».


Η γκλίτσα της "Κωστηλάτας" που έκανε τη διαφορά
http://www.reporter.gr/media/k2/items/cache/274ead2dfebf22fbff8e7d25adea6387_XL.jpg?timestamp=943912800
C:\Users\xristos\Pictures\32.png

C:\Users\xristos\Pictures\ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 2.png

Δεν υπάρχουν σχόλια: