Οι πρωτεργάτες της μεταβολής του χαρακτήρα της πόλης.
Η Πρέβεζα βρίσκεται στο ΝΔ άκρο της Ηπείρου, στην είσοδο του Αμβρακικού κόλπου, απέναντι και πολύ κοντά στο άκτιο και σε μικρή απόσταση από την Αρχαία Νικόπολη, της οποίας η πόλη της Πρέβεζας αποτελεί οικιστική συνέχεια. Η πρώτη σαφής αναφορά γι' αυτήν γίνεται το 1292 στο "Χρονικό του Μορέως", χρονολογία ίδρυσης της πόλης. Η Πρέβεζα έχει ιστορία 700 ετών. Η Πρέβεζα πέρασε από τα χέρια πολλών κατακτητών, Τούρκων, Βενετών, Γάλλων. Η πιο σημαντική στιγμή στην εξέλιξη της πόλης ήταν η Βενετοκρατία και η εποχή του Αλή Πασά. Οι Βενετοί και οι Τούρκοι για να προστατέψουν την Πρέβεζα έχτισαν κάστρα που σώζονται μέχρι και σήμερα. Ο Αλή Πασάς έχτισε στην Πρέβεζα τα θερινά του ανάκτορα στη θέση που σήμερα είναι γνωστή ως "Παλιοσάραγα" κοντά στα Ιαματικά Λουτρά. Κυρίως όμως κατασκεύασε την τάφρο η οποία έζωνε την πόλη στο χερσαίο μέρος της και αποτελούσε εγγύηση για την προστασία των κατοίκων της και των εμπορικών της λειτουργιών. Η Πρέβεζα ήταν ως το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο το διαμετακομιστικό κέντρο της Ηπείρου.
Άνθρωποι και προϊόντα διακινούνταν μέσα από την Πρέβεζα. Κυρίαρχο ρόλο είχε το λιμάνι την περίοδο του πολέμου 1940. Τότε το λιμάνι συνέβαλε την ενίσχυση των μαχόμενων δυνάμεων του ελληνικού στρατού στο μέτωπο της Ηπείρου. Η κίνηση στο λιμάνι συνεχίστηκε ως το 1952. Στη διάρκεια του εμφυλίου το λιμάνι χρησιμοποιήθηκε για την στήριξη των κυβερνητικών δυνάμεων. Στα μέσα της δεκαετίας του '50 το λιμάνι νεκρώνει κυριολεκτικά. Η εμπορευματική κίνηση του λιμανιού, μετά την έντονη καθοδική πορεία του που κράτησε ως το 1956, άρχισε να σημειώνει ανάκαμψη ιδίως στην δεκαετία του 1960. Ποτέ όμως δεν επανήλθε στα προηγούμενα επίπεδα.
Σήμερα η Πρέβεζα είναι η μεγαλύτερη πόλη (30.000 κατ.) και πρωτεύουσα του νομού. Μια πόλη με νησιώτικο χαρακτήρα, με δικό της χρώμα και συνήθειες. Τα στενά δρομάκια, τα νεοκλασικά σπίτια, τα καμπαναριά (Αγίου Αθανασίου και Προφήτη Ηλία) που αποτελούν τεκμήρια της βενετσιάνικης και τούρκικης παρουσίας στην Πρέβεζα, δίνουν την αίσθηση στον επισκέπτη ότι ο χρόνος έχει σταματήσει.
Η μετακίνηση πληθυσμού από την Λευκάδα προς την Πρέβεζα υπήρχε ανέκαθεν. Συγκεκριμένα, οι πρώτοι Λευκαδίτες ήρθαν στην Πρέβεζα περίπου το 1942. Οι πρώτες οικογένειες ήταν του Αποστόλου Κατωπόδη και του Νίκου Φατούρου.
Σύμφωνα με μαρτυρίες κάποιων Λευκαδιτών όταν πρωτοήρθαν οι ίδιοι στην Πρέβεζα ο αριθμός των ντόπιων ήταν πολύ μικρός. Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ήταν Λευκαδίτες και Βλάχοι.
Η Πρέβεζα ήταν πάντα μια επιθυμητή και εύκολη διέξοδος για τους Λευκαδίτες λόγω της κεντρικής της θέσης στη θαλάσσια επικοινωνία και της υπαγωγής της επαρχίας της Λευκάδας στο νομό της Πρέβεζας πριν από τον πόλεμο.
Ο κύριος λόγος μετανάστευσης των Λευκαδιτών ήταν ένας καλύτερος τρόπος ζωής και πιο συγκεκριμένα η εύρεση εργασίας. Ας σημειωθεί το γεγονός ότι η μορφολογία του νησιού ήταν ορεινή και δεν προσφερόταν για την καλλιέργεια της γης. Έτσι λοιπόν οι χωρικοί Λευκαδίτες βρέθηκαν στην ανάγκη να αναζητήσουν σε άλλα μέρη εργασία.
Η Πρέβεζα όμως δεν ήταν από την πρώτη στιγμή ο μοναδικός τους στόχος. Πριν τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο οι Λευκαδίτες κατευθύνονταν στην Αιτωλοακαρνανία και την Πελοπόννησο. Μεταπολεμικά όμως η Πρέβεζα προσέλκυσε το μεγαλύτερο ποσοστό των Λευκαδιτών. Ένας άλλος κύριος λόγος μετακίνησης των Λευκαδιτών προς την Πρέβεζα ήταν το γεγονός ότι υπήρχαν ήδη συγγενείς εκεί οι οποίοι τους παρότρυναν υποσχόμενοι μια καλύτερη ζωή και εύρεση εργασίας.
Η μετακίνηση των Λευκαδιτών προς την Πρέβεζα είχε διπλό χαρακτήρα. Μετακινούνταν κατά ομάδες ή και μεμονωμένα καθώς και στα πλαίσια της οικογένειας.
Εργάτες γης έρχονταν στην Πρέβεζα με καΐκια. Λόγω της οικτρής οικονομικής τους κατάστασης νοίκιαζαν στις περιφερειακές γειτονιές της Πρέβεζας ένα δωμάτιο όπου έμεναν πολλοί μαζί. Το σημείο αναφοράς τους ήταν η αγορά εργασίας στο κέντρο της πόλης.
Αυτή η αγορά εργασίας ήταν το πολύ παλιό καφενείο του Βλάσση Παπανδρέου (σημερινό καφεκοπτείο του Κωστούλα). Το καφενείο αυτό ήταν το στέκι των εργατών και των ψαράδων. Εκεί σύχναζαν οι λεγόμενοι "άρχοντες" (κάτοχοι των κτημάτων) και έπαιρναν τους εργάτες στα χωράφια. Επίσης το καφενείο του Σουρτζή, στην πόρτα του 'ι-Λια, ήταν τόπος συνάντησης των Λευκαδιτών, τώρα πλέον είναι στέκι των Βορειοηπειρωτών. 'λλη αγορά εργασίας αποτελούσε η "μεσινιά" πόρτα και συγκεκριμένα το καφενείο του Ρεμεντζά. Στα μέρη αυτά συγκεντρώνονταν οι εργάτες και περίμεναν το αφεντικό για να ζητήσουν εργασία.
Οι περισσότεροι Λευκαδίτες εγκαταστάθηκαν στην Πρέβεζα είτε ως σκαφτιάδες είτε σε μεσιακά κτήματα. Σύμφωνα με αυτά ο ιδιοκτήτης έβαζε το κτήμα και οι ενοικιαστές τη δουλειά. Το σύστημα του μεσιακού βόλευε τους Λευκαδίτες οι οποίοι δεν διέθεταν χρήματα αλλά και τους ιδιοκτήτες οι οποίοι είχαν παραμελημένα τα χωράφια τους και αυτό ήταν μια καλή ευκαιρία για αξιοποίηση των κτημάτων. Το πλεονέκτημα για το Λευκαδίτη στην πρώτη φάση της εγκατάστασης ήταν ότι ο ιδιοκτήτης του κτήματος αγόραζε τους σπόρους και έτσι μπορούσε να κάνει δική του καλλιέργεια.
Η μεγάλη ροή των Λευκαδιτών στην Πρέβεζα αύξησε την ζήτηση των μεσιακών παράλληλα, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του '50 άρχισε η αγορά κτημάτων. Έτσι λοιπόν μεγάλωνε η προσφορά και οι παλαιότερες οικογένειες που δεν μπορούσαν να αγοράσουν προωθούνταν σε καλύτερα μεσιακά κτήματα αφήνοντας τα άλλα για τους επόμενους.
Ήρθαν στην Πρέβεζα για να βελτιώσουν την ζωή τους μέσω της αγροτικής οικονομίας, όχι τόσο για να ενσωματωθούν μέσα από αστικά επαγγέλματα. Τα περισσότερα κτήματα βρίσκονται στις πιο εύφορες περιοχές της Πρέβεζας. Έχοντας τεράστια εμπειρία οι Λευκαδίτες διάλεξαν τα κατάλληλα κτήματα (όχι κατώτερης ποιότητας) δεν περιορίζονταν μόνο στην μονοκαλλιέργεια όπως για παράδειγμα στην καλλιέργεια τομάτας. Στόχος τους ήταν να φροντίσουν τα κτήματα που είχαν πάρει να τα μετατρέψουν σε περιβόλια φυτεύοντας πορτοκαλιές και λεμονιές καθώς και να πουλήσουν οι ίδιοι κτήματα.
Οι Λευκαδίτες είχαν πολυμελείς οικογένειες και απασχολούνταν οι ίδιοι στα κτήματα. Από την δεκαετία του '60 και μετά είχε δημιουργηθεί ανάγκη να εξασφαλίσουν επιπλέον εργατικά χέρια. Έτσι λοιπόν οι Λευκαδίτες έδιναν θέσεις εργασίας στα κτήματα τους σε Συρρακιώτισσες και Πρεβεζάνους. Στα κτήματα που νοίκιαζαν καλλιεργούσαν πατάτες, λαχανικά, μποστάνια κ.α.
Σήμερα οι Λευκαδίτες έχουν στην κατοχή τους τα θερμοκήπια τα οποία καταλαμβάνουν τεράστιες εκτάσεις και καλλιεργούν οπωροκηπευτικά. Οι εργασίες τους στηρίζονται αποκλειστικά εκεί. Τα θερμοκήπια στηρίζουν και Συρρακιώτες αλλά σε μικρότερο ποσοστό. Ένα μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η πόλη της Πρέβεζας και γενικότερα η ευρύτερη περιοχή, εξαιτίας των θερμοκηπίων, είναι η χρήση των φυτοφαρμάκων με τις συνέπειές τους. Βέβαια κανείς από τους Λευκαδίτες με τους οποίους ήρθαμε σε επαφή δεν έδωσε έκταση στο θέμα. Πάντως ανεξάρτητα από αυτό, αυτή την στιγμή η συμβολή της οπωροκαλλιέργειας στην οικονομία του νομού είναι τεράστια αν λάβουμε υπόψη μας ότι το 90% περίπου της καλλιέργειας της γης ανήκει στους Λευκαδίτες.
Αναφέρουμε σχετικά την μαρτυρία μιας ηλικιωμένης: Με τον ερχομό μας στην Πρέβεζα και την προκοπή μας οι ντόπιοι μας ζήλευαν, μας έλεγαν: "Από την ώρα που ήρθατε εσείς χορτάσαμε χόρτα, τομάτες, εμείς δεν είχαμε τίποτα".
Βέβαια ας σημειώσουμε ότι τέτοιου είδους αντιζηλίες δεν υπάρχουν υπάρχουν σήμερα, και μάλιστα οι Λευκαδίτες έχουν αφομοιωθεί απόλυτα από τους Πρεβεζάνους (σε αντίθεση με τους Βλάχους).
Όταν οι Λευκαδίτες αγόραζαν το οικόπεδο ή το κτήμα, η πρώτη τους ενέργεια ήταν να φτιάξουν ένα σπίτι για να μείνουν. Κατά συνέπεια δημιουργήθηκαν οικισμοί. Ο κύριος οικισμός τους δημιουργήθηκε στην "πόρτα του 'ι-Λια", εκεί όπου υπήρχε και μια από τις αγορές εργασίας καθώς επίσης και τη "Μεσινιά πόρτα".
Εκτός όμως από αυτούς τους οικισμούς, τη δεκαετία του '60 δημιουργήθηκε και ο οικισμός του Μπάκα. Η κατεξοχήν όμως περιοχή στην οποία διαμένουν οι περισσότεροι σχεδόν Λευκαδίτες είναι τα "Λευκαδίτικα". Όλοι οι παραπάνω οικισμοί διατηρούνται έως σήμερα.
Το γεγονός ότι οι Λευκαδίτες είναι συγκεντρωμένοι σε συγκεκριμένους οικισμούς, είναι και αυτός ένας λόγος που τους κάνει να διατηρούν ζωντανή τη Λευκαδίτικη συνείδηση. Το τελευταίο διαφαίνεται από την ύπαρξη Πολιτιστικού Συλλόγου που λειτουργεί εδώ και έξι χρόνια.
Ο Σύλλογος πρωτοδημιουργήθηκε το 1948, ατόνησε κατά τη δεκαετία του '60 και επανασυστάθηκε ξανά γύρω στο 1991. Μέσω του Συλλόγου αυτού διατηρούν ζωντανή την πολιτιστική τους παράδοση. Υπάρχει και χορευτικό, το οποίο συγκροτείται από 20 παιδιά. Συμμετέχουν και Πρεβεζάνοι.
Οι Λευκαδίτες με τον ερχομό τους στην Πρέβεζα έχουν μεταφέρει και τα πολιτικά τους δικαιώματα. Λίγοι είναι αυτοί, οι οποίοι δεν τα έχουν μεταφέρει. Βέβαια αυτό δε σημαίνει ότι δεν διατηρούν επαφή με το νησί. Μόνον οι πολύ παλιοί (ηλικιωμένοι) δεν έχουν επαφή. Οι νεότεροι συνηθίζουν να επισκέπτονται τη Λευκάδα για τις διακοπές τους, αφού συγγενείς πολλών από αυτούς μένουν εκεί.
Πάντως οι Λευκαδίτες στην Πρέβεζα δε λειτουργούν ως μεμονωμένη πληθυσμιακή ομάδα. Αυτό διαφαίνεται και από το ότι συνάπτουν μεικτούς γάμους.
Με τον ερχομό τους στην Πρέβεζα, κατέρριψαν όλες τις προκαταλήψεις. Στη Λευκάδα μόνον υπήρχαν αυτές οι αντιλήψεις. Βέβαια, στο σημείο αυτό, οι απόψεις διχάζονται, διότι επικρατεί και η αντίθετη άποψη: τον πρώτο καιρό οι γάμοι συνάπτονταν μόνον μεταξύ τους, λόγω διαφόρων συναισθημάτων, φόβου και δυσπιστίας, έναντι των Πρεβεζάνων.
Οι Λευκαδίτες με τον καιρό ανέπτυξαν μια ελευθεριότητα στις σχέσεις τους με την πόλη. Τα πρώτα χρόνια, οι γυναίκες φορούσαν πάντα την παραδοσιακή τους ενδυμασία. Με τον καιρό όμως αυτή η συνήθεια άρχισε να υποχωρεί με τις νεότερες, κυρίως λόγω της μορφής της εργασίας και την προσαρμογή στις αστικές συνήθειες. Έτσι χάνεται ένα στοιχείο που διαφοροποιούσε τους Λευκαδίτες και τους προσέδιδε μορφή κοινότητας.
Απέμεινε μόνον ο χαρακτηριστικός τρόπος ομιλίας (Στοιχείο διαφοροποίησης). Σήμερα, υπάρχουν ακόμη κάποιες ηλικιωμένες κυρίες που φορούν ακόμη τη Λευκαδίτικη στολή.
Καταλήγουμε επαγωγικά στο συμπέρασμα ότι οι Λευκαδίτες είναι οι πρωτεργάτες της μεταβολής του χαρακτήρα της πόλης. Τη μετέτρεψαν σε αγροτικό κέντρο.
Παρά το γεγονός όμως ότι οι Λευκαδίτες αφομοιώθηκαν από την Πρέβεζα, δεν έπαψαν να διατηρούν ζωντανή την πολιτιστική τους κληρονομιά, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι δρουν ως αυτόνομη πληθυσμιακή ομάδα. Αντίθετα, αναπτύσσουν δεσμούς με τις άλλες ομάδες και λειτουργούν με συνοχή.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αυδίκος Βαγγέλης, Πρέβεζα, Όψεις της μεταβολής μιας επαρχιακής πόλης, Εκδόσεις δήμου Πρέβεζας, 1991.
Αυδίκος Βαγγέλης, Η ιστορία της Πρέβεζας, Εκδόσεις δήμου Πρέβεζας, 1993
Καράμπελας Νίκος, Νικόπολις - Πρέβεζα, Εκδόσεις Έργον, Πρέβεζα 1994.
Οικονόμου Αθανασία - Παπαδοπούλου Παναγιώτα
ΠΗΓΗ: www.dimosioshoros.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου